Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2016

Οι Βουδιστές του Αγίου Όρους

Η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν πολλές παραλλαγές της ζωής του Βούδα, πάνω από εκατό! Και όλες κινούνται πάνω στο ίδιο μοτίβο που παρουσιάστηκε και στην πασίγνωστη ταινία του Μάρτιν Σκορτσέζε «Ο Μικρός Βούδας». Σύμφωνα με την παράδοση, ο Βούδας γεννήθηκε στη βασιλική οικογένεια των Σάκυα, από τη βασίλισσα Μάγια, όταν οι ελπίδες της για παιδί είχαν σχεδόν εξανεμιστεί. Οι ιερείς είδαν το παιδί και είπαν ότι θα γίνει βασιλιάς λαμπρότερος από τον πατέρα του- εκτός και αν γίνει ασκητής, οπότε και θα παρατήσει τα εγκόσμια για να δώσει στον κόσμο τη διάσταση της φώτισης.

Ο βασιλιάς, για να μην χάσει το παιδί του, έχτισε ένα παλάτι, για να ζήσει με την καλύτερη εκπαίδευση και με τις μεγαλύτερες απολαύσεις, μακριά από κάθε μορφή δυστυχίας ή απώλειας. Κάποια στιγμή, όμως ο νεαρός θέλησε να βγει έξω και ο πατέρας του μετά από πίεση, δέχθηκε. Οργάνωσε μια μεγάλη γιορτή, έκρυψε όλους τους ανάπηρους και τους κάθε λογής δυστυχισμένους και έβγαλε έξω το γιο του. Ο νεαρός Γκαουτάμα όμως, κάτι υποψιάστηκε και κάποια στιγμή δραπέτευσε με έναν πιστό του ακόλουθο για να έρθει αντιμέτωπος με την ανθρώπινη δυστυχία: έναν άρρωστο, έναν ηλικιωμένο, ένα νεκρό και ένα ζητιάνο.

Μετά το σόκ, ο ακόλουθος τού εξήγησε ότι όλοι οι άνθρωποι αρρωσταίνουν, πεθαίνουν, γερνάνε και ότι υπάρχουν πολλοί που είναι φτωχοί. Ακριβώς τότε ξεκίνησε η πνευματική αναζήτηση του Βούδα - στην αρχή μαθητεύοντας δίπλα σε άλλους ασκητές και μετά μόνος του.

Αν πάρουμε τώρα ένα ημερολόγιο της Ορθοδοξίας στο χέρι μας, θα δούμε ότι στις 26 Αυγούστου γιορτάζει ο Άγιος Ιωάσαφ. Ανοίγοντας το Συναξαριστή θα διαβάσουμε μια πανομοιότυπη ιστορία, για το γόνο ενός βασιλιά που πήρε την ίδια πρόβλεψη από μάγους της εποχής. Ο βασιλιάς ζούσε σε μια μη χριστιανική περιοχή της Ινδίας. Πήγε να προστατέψει με τον ίδιο τρόπο το γιο του, αποκρύπτοντάς του τις αλήθειες της ζωής, αλλά ο Ιωάσαφ είχε την ίδια απαίτηση με το Βούδα, και η ιστορία του εξελίσσεται πανομοιότυπα μ’ αυτήν του Βούδα. Ο Ιωάσαφ μαθήτευσε κοντά στο Βαρλαάμ! Αν θέλουμε να ασχοληθούμε λίγο ακόμα με ομοιότητες, η μυθιστορία του Ιωάσαφ, αποδίδεται στον Άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, η διδασκαλία του οποίου για το Θεό είναι συγκλονιστικά ίδια με τις βουδιστικές διδασκαλίες για τη φύση του πνεύματος. Και ο λίγο πολύ άγνωστος στην ελληνική κοινωνία Ιωάσαφ, δάνεισε το όνομά του στην ονοματολογία των ασκητών του Αγίου Όρους, όπου είναι και το πιο συνηθισμένο!

Υπάρχει ένα βουδιστικό μοναστήρι που μοιάζει αρκετά με μια Ορθόδοξη Μονή. Η Μονή της Σιμωνόπετρας είναι ακριβές αντίγραφο με τη Μονή στο Λαντάκ. (Σημ. το Λαντάκ είναι μια περιοχή στη Ινδία που αποκαλείται και Νέο Θιβέτ!). Θα μπορούσε να αναρωτηθεί κάποιος τότε - η και τώρα: «Εντάξει είναι δυο Μονές που μοιάζουν…. εντάξει είναι ίδιες…. τι μπορεί να μας ενδιαφέρει αυτό»; Η προσεχτική όμως έρευνα και αναζήτηση έφερε στο φως πολλές μονές που είναι σχεδόν ίδιες ή που ακολουθούν μια εντελώς συγκεκριμένη αρχιτεκτονική.

Και πάλι αυτό θα μπορούσε να είναι ένα «ορφανό» θέμα. Τι μπορεί να μας ενδιαφέρουν οι πέτρες και ο τρόπος που τοποθετούνται; Μπορούν από μόνες τους να μας φτάσουν στη φώτιση ή την αγιοσύνη και τη θέση; Αν η απάντηση ήταν ένα ξεκάθαρο «όχι» τότε θα μπορούσαμε να τελειώσουμε κάπου εδώ. Όμως αν τελικά ο τρόπος που χτίζεται μια Μονή είναι η συμβολική απεικόνιση του Θείου, ή της ψυχής, ή τελικά της φιλοσοφίας που διαπνέει τη συγκεκριμένη θρησκεία; Αν είναι ο υλικός υπαινιγμός - η αναγκαία προϋπόθεση-που χρειάζεται κάποιος αναχωρητής μοναχός για την πορεία του προς τη φώτιση-ή την αγιοσύνη-τότε μήπως η αρχιτεκτονική ομοιότητα είναι εκδήλωση μιας πολύ βαθύτερης ομοιότητας στην πορεία, τη φιλοσοφία και την τελική επιδίωξη ενός αθεϊστή Βουδιστή κι ενός θρησκευόμενου Χριστιανού;

Μήπως εξετάζοντας σε βάθος τις θεολογικές, φιλοσοφικές και δογματικές ομοιότητες αντιληφθούμε για μια ακόμα φορά ότι κοινός τόπος είναι η ανθρώπινη ανάγκη να δημιουργήσουμε μια και μόνη φαρδιά λεωφόρο, η οποία οδηγεί τα ανθρώπινα οχήματα με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, στο ίδιο ακριβώς σημείο; Και ποια είναι η ανάγκη αυτή;

Η κοινή ρίζα. Τα περισσότερα φιλοσοφικά και θρησκευτικά συστήματα, εκτός της υπαρξιακής φιλοσοφίας, έχουν δομηθεί πάνω στο ίδιο μοτίβο: Επέκεινα, Ζωή μετά, Θεός αόρατος αλλά πανταχού παρών, άυλες πνευματικές οντότητες και Κρίση μετά το τέλος της γήινης ζωής. Ο Υπαρξισμός θα μπορούσε ίσως να ισχυριστεί ότι είναι το μόνο σύστημα που έχει περίτρανες αποδείξεις για την ορθότητα των συλλογισμών του, αφού η ανθρώπινη ιστορία μπορεί να συνοψιστεί σε τρεις λέξεις: «Γεννήθηκαν, Έζησαν, Πέθαναν» και δεν ξέρουμε απολύτως τίποτα για το Μετά. Η συντριπτική πλειοψηφία όμως των ανθρώπων του πλανήτη μας, κατά τη διάρκεια όλης της ιστορίας του, εντελώς πεισματικά θέλει να πιστεύει ότι τα όρια της ύπαρξης εκτείνονται πολύ πέρα από το φυσικό θάνατο. Ένας Χριστιανός και ένας Βουδιστής ξεκινούν από την ίδια ακριβώς αφετηρία: Έχουν την ανάγκη να πιστεύουν! Σε πείσμα οποιασδήποτε ρασιοναλιστικής άποψης που λέει ότι κανείς δεν γύρισε πίσω για να μας πει τι υπάρχει Εκεί, έχουν καταναλωθεί θάλασσες μελάνης και άπειρα δάση σε χαρτί για να περιγραφεί αναλυτικά, το Εκεί και το πώς μπορεί κανείς να το προσεγγίσει καλύτερα. Η τάση προσέγγισης του Εκεί στο Χριστιανισμό και το Βουδισμό είναι απολύτως ίδια: Έντιμη ζωή, πνευματική προετοιμασία, πίστη στις διδασκαλίες. Αυτό είναι το εισιτήριο για την είσοδο σ’ ένα κόσμο καλύτερο, πλατύτερο και φωτεινότερο από το χωμάτινο κόσμο που ζούμε ως ανθρώπινα πλάσματα. Η μη υπακοή σ’ αυτούς τους κανόνες έχει και πάλι αποτέλεσμα: Τιμωρία-στέρηση του δικαιώματος να βρεθεί κανείς Εκεί μετά θάνατον.

Το άκτιστο φως. Στο βουδισμό τα πράγματα ορίζονται απλά: Νιρβάνα είναι η κατάσταση του Καθαρού Πνεύματος που βρίσκεται πέρα από κάθε κατάσταση αυταπάτης. Εκεί δεν υπάρχει δυϊσμός, Καλό ή Κακό, Άγγελοι ή Διάβολοι, τρόμος, φόβος ή ζήλια. Είναι μια κατάσταση ηρεμίας και γαλήνης, διαρκούς αφοβίας και αυθόρμητης χαράς. Στη Νιρβάνα δεν υπάρχουν ενοχλητικά συναισθήματα, άγνοια και προσκολλήσεις. Υπάρχει μόνο η επίγνωση της πραγματικής φύσης του πνεύματος. Η κενότητα! Τα φαινόμενα εξαφανίζονται και επικρατεί μόνο διαύγεια από το καθαρό φως, που είναι η ουσία του πνεύματος.

Το ανθρώπινο πλάσμα, σύμφωνα με την παράδοση, χρωστά την ύπαρξη του στο ελεύθερο παιχνίδισμα του Καθαρού Πνεύματος. Γι’ αυτόν το λόγο ο Βουδισμός δεν αποδέχεται Δημιουργό Θεό: Επειδή ο χωμάτινος άνθρωπος και η συμπαντική κενότητα από την οποία ξεκίνησε και στην οποία θα φτάσει μετά το θάνατό του ή κατά τη διάρκεια της ζωής του, είναι ακριβώς η ίδια οντότητα! Το Καθαρό Φως!

Στην Ορθόδοξη θεολογία από την άλλη έχουμε το Θεό, που υφίσταται με δύο τρόπους: Με τη δράση Του και την ουσία Του. Η δράση του Θεού είναι οι πράξεις του, μέσα από τις οποίες καταλαβαίνουμε ότι υπάρχει. Από την άλλη μεριά έχουμε την ουσία του Θεού, για την οποία όμως πολύ λίγα ξέρουμε και πολύ λιγότερα είναι εκείνα που μπορεί να μας εξηγήσει κάποιος, ειδικά αν δεν είναι μυημένος στο Χριστιανικό Εσωτερισμό. Γιατί η ουσία του Θεού στην Ορθόδοξη δογματική, πολύ πρωτότυπα, είναι μη «εκφραζόμενη» και μη «εκφραστή». Αυτό σημαίνει ότι ούτε ποτέ εκφράσθηκε, ούτε είναι δυνατόν να εκφραστεί. Δεν θα βρούμε περισσότερα πράγματα για να καταλάβουμε τι είναι Θεός. Διαβάζουμε μόνο ότι στην ουσία του είναι σοφία και αγάπη, ότι είναι Άυλος, Άπειρος, Αιώνιος, Πανταχού Παρών και Παντογνώστης. Πριν από Αυτόν δεν υπάρχει χρόνος. Βρίσκεται πέρα από μίση, κακίες και πάθη, εκεί που η φλόγα των φαινομένων σβήνει και γίνεται κενότητα. Είναι το Φως, το Άκτιστο Φως, αλλά και η ίδια η Φώτιση! Το ίδιο ακριβώς θα διαβάσουμε σε οποιοδήποτε βιβλίο βουδιστικής οντολογίας για τα χαρακτηριστικά, τις σοφίες και τις ενέργειες ενός φωτισμένου πνεύματος!

Φώτιση και Αγιοσύνη. Στο Βουδισμό, Φώτιση είναι η αφύπνιση της συνείδησης και η επαφή με το καθαρό φως που βρίσκεται μέσα στον άνθρωπο. Οποιοσδήποτε μοναχός ή λαϊκός μπορεί να ξεκινήσει την άσκηση που θα τον οδηγήσει προς τα εκεί. Αυτό σημαίνει και ασκητισμός: Εξάσκηση!

Πρόκειται δηλαδή για σειρές ασκήσεων πνευματικών, διαλογιστικών και σωματικών, που εναλλάσσονται σύμφωνα με τις οδηγίες του Λάμα. Σκοπός τους είναι να δώσουν στον ασκούμενο τη δυνατότητα να έρθει σε επαφή με το «Καθαρό Φως», την αφυπνισμένη κατάσταση δηλαδή του Πνεύματος που είναι κρυμμένη μέσα του.

Στη χριστιανική παράδοση, τα πράγματα είναι λίγο πιο περίπλοκα. Επίσημα, σύμφωνα και πάλι με τη Δογματική, ο άνθρωπος μπορεί να έρθει σ’ επαφή με το Θεό μόνο μετά το θάνατό του. Τι μπορεί να κάνει λοιπόν ένας ευλαβής πιστός; Μια καλή ιδέα είναι να προσπαθεί να είναι καλός άνθρωπος για να κερδίσει τη βασιλεία. Οπότε, για να το κάνει στα σίγουρα, αποκόπτεται από τις περισπάσεις του υλικού κόσμου. Αναχωρεί! Αλλά, γιατί να είναι άξιος σεβασμού ένας φυγόπονος άνθρωπος, που δραπετεύει από τους πειρασμούς της ζωής και πάει να ενωθεί με το Θεό εκ του ασφαλούς; Γιατί οι αναχωρητές (ασκητές) κερδίζουν τον τίτλο του αγίου και του οσίου, που σημαίνει ότι σύμπασα η θρησκευτική κοινότητα, η Εκκλησία δηλαδή, αναγνωρίζει την αξία της προσπάθειάς τους.

Ο Χριστιανός ασκητής αξίζει υπέρτατο σεβασμό, γιατί κάνει κάτι πολύ δύσκολο και οδυνηρό. Προσπαθεί με την άσκησή του να έρθει σε επαφή με το Θεό όχι στην άλλη ζωή, όπως λέει επίσημα ο Χριστιανισμός, αλλά στην παρούσα! Μια διαρκής και εναγώνια πάλη για να ενωθεί κάποιος με το Θεό, να έρθει σε επαφή με το «άκτιστο φως» και να το βιώσει σε αυτήν τη ζωή.

Διαλογισμός και Νοερά Προσευχή. Πως καταφέρνει ένας Βουδιστής να λυτρωθεί από τον κόσμο της αυταπάτης; Πώς φέρνει τον εαυτό του στο δρόμο της φώτισης; Ο Βούδας έδωσε τις διδασκαλίες του σε Σούτρες. Στις Σούτρες του Διαμαντένιου Δρόμου ο Βούδας περιγράφει (σε μια πρόχειρη μετάφραση) την άσκηση της Γαλήνιας Παραμονής και Βαθιάς Θεώρησης. Δεν είναι τίποτε άλλο από τον κλασικό διαλογισμό που ξέρουμε, όπου εστιαζόμαστε αρχικά σε ένα εξωτερικό σημείο και ρυθμίζουμε την αναπνοή μας, μετά συγκεντρωνόμαστε στην ίδια την αναπνοή, που είναι ένα εσωτερικό σημείο. Το αποτέλεσμα αυτής της άσκησης είναι μια βαθιά απορρόφηση, που μας κάνει να έρθουμε σε επαφή με το καθαρό φως μέσα μας και να γίνουμε ένα με τα πάντα. Συχνά ο ασκούμενος επαναλαμβάνει μία φράση που λέγεται «μάντρα».

Ακριβώς με τον ίδιο τρόπο γίνεται και η Νοερά Προσευχή που χρησιμοποιεί κάθε ευσεβής ασκητής του Χριστιανισμού. Ξεκινάει με την εξωτερική επανάληψη του αντίστοιχου «μάντρα»: «Κύριε ημών Ιησού Χριστέ, ελέησόν με τον αμαρτωλό». Ακολουθεί η εσωτερική επανάληψη της προσευχής, ενώ η προσοχή του ασκούμενου εστιάζεται στην αναπνοή. Για να βοηθηθεί σ’ αυτήν τη διαδικασία, ο Χριστιανός ασκητής χρησιμοποιεί κομποσκοίνι, που είναι το ανάλογο του βουδιστικού μάλα. Το «πως» και το «γιατί» η Νοερά Προσευχή είναι ίδια με βουδιστική διαλογιστική άσκηση κρύβεται στην ιστορία της απαρχής του Χριστιανικού Ησυχασμού.

Ο Χριστιανικός Ασκητισμός ξεκίνησε περίπου τον 3° αιώνα. Αρκετοί μοναχοί, εγκατέλειπαν τότε τις πόλεις και «αναχωρούσαν». Εύρισκαν καταφύγιο σε μικρές μοναχικές καλύβες ή σε σπηλιές, όπου και περνούσαν ένα μεγάλο μέρος της ζωής τους ή και ολόκληρη σε έντονη πνευματική αναζήτηση. Η τάση αυτή δημιουργήθηκε όχι μόνο από τη χριστιανική παραίνεση για εγκρατή βίο, αλλά και από την κοινωνική και ηθική κατάσταση που επικράτησε στο Βυζάντιο από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο και μετά. Η ζωή των αναχωρητών, όμως, ήταν ξεκάθαρα μοναχική. Δεν υπήρξε κοινόβιο μοναχών παρά μετά τα μέσα του 3ου αιώνα. Ο άνθρωπος που ξεκίνησε τον κοινοβιακό μοναχικό βίο και ίδρυσε την πρώτη Μονή, με τη μορφή που υπάρχει και σήμερα, ήταν ο γέροντας Παχώμιος. Αρκετοί μοναχοί δηλαδή, γύρω από ένα γέροντα, που ασκούνται και ζουν σύμφωνα με τις πνευματικές οδηγίες του. Αυτή όμως είναι η κατ’ εξοχήν θεμελίωση και φιλοσοφία μιας βουδιστικής μοναστικής κοινότητας!

Πώς ήρθε σ’ επαφή με τη βουδιστική πραγματικότητα ο γέροντας Παχώμιος στην Αίγυπτο; Η απάντηση βρίσκεται στον περίφημο Ασόκα, το βασιλιά που αποφάσισε ν’ ασπαστεί το Βουδισμό και να γίνει ασκητής. Έχουν βρεθεί στην Ινδία κάποιες πέτρινες στήλες πάνω στις οποίες άφησε οδηγίες στους επίγονούς του να διδάξουν το Βουδισμό σε διάφορα μέρη του κόσμου. Ένα από αυτά ήταν και η Αίγυπτος, όπου πήγαν εκεί κι έγιναν γνωστοί με το όνομα Θέραποντ ή Θεραπευτές. Υπάρχουν μαρτυρίες που λένε ότι υπήρχαν Θέραποντ μέχρι την εποχή του Νάσερ.

Η επαφή με τους Βουδιστές μοναχούς μετάγγισε στο νεόκοπο Χριστιανισμό αρκετά στοιχεία. Η κοινοβιακή μοναστική ζωή ήταν ένα από αυτά και η Νοερά Προσευχή, που δεν αναφέρεται πουθενά στην Παλαιά ή την Καινή Διαθήκη, είναι ένα ακόμα. Είναι το «κάτι παραπάνω» που πρέπει να κάνει ο Χριστιανός ασκητής σε σχέση με τον χριστιανό λαϊκό.

Αν ο λαϊκός οφείλει να σέβεται το δόγμα και να πιστεύει ακράδαντα ότι θα συναντήσει το Θεό μετά το θάνατό του, ο μοναχός ψάχνει καθημερινά να τον βρει μέσα από την πειθαρχία που προσδίδει στο πνεύμα του η μονότονη και βαρετή επανάληψη μιας και μοναδικής φράσης. Πώς αυτή η συγκεκριμένη τεχνική, όμως, εισχώρησε στους χριστιανικούς κόλπους; Ας πούμε λοιπόν μια ιστορία με μοναχούς. Ο Ευάγριος ο Ποντικός, χριστιανός αναχωρητής, ήρθε σε επαφή με Ινδούς μοναχούς στη Νιρίγια της Αιγύπτου. Εκτίμησε τις διδασκαλίες τους, είδε ότι οι ασκήσεις έχουν αποτέλεσμα και με τη σειρά του δημιούργησε τη Νοερά προσευχή με τη μορφή που υπάρχει έως σήμερα.

Μίλησε ακόμα για το Καθαρό Φως που υπάρχει μέσα μας και το ταύτισε με το Θεό. Δίδαξε και για την κατάσταση της φώτισης, που ερασιτεχνικά την ονόμασε «απάθεια»! Για τον Ευάγριο τον Ποντικό, όπως και για κάθε Βουδιστή ασκητή, είναι πολύ σημαντική η συγκέντρωση στον εαυτό και τη γνώση του: «Αρχή σωτηρίας του ανθρώπου, είναι η ακριβής γνώση του εαυτού του», Ευάγριος (Γεροντικό).

Το μεν Πνεύμα πρόθυμο η δε... Πολιτική ασθενής. Τα βουδιστικά στοιχεία, λοιπόν, που έχουν εισχωρήσει στο Χριστιανικό Ασκητισμό και στην Παράδοση είναι αρκετά. Και δεν είναι κάτι αφύσικο ή παράλογο. Όταν δημιουργήθηκε ο Χριστιανισμός, ο Βουδισμός είχε ήδη 500 χρόνια ιστορίας πίσω του και είχε επηρεάσει πολλές σημαντικές προσωπικότητες της εποχής. Όταν λοιπόν ο Χριστιανισμός άρχισε να εξαπλώνεται, ήταν λογικό να μπολιαστεί με τα καλύτερα κομμάτια της βουδιστικής διανόησης. Άλλωστε τα μεγάλα πνεύματα πάντα συναντώνται. Η ηθική, η καλοσύνη, η εμπιστοσύνη, η αρετή είναι ίδιες σε κάθε φωτισμένο σύστημα. Γιατί όχι και η Άσκηση;

Ένα ακόμα παράδειγμα βουδιστικής επιρροής θεωρείται το Ευαγγέλιο του Θωμά. Ο Θωμάς είναι ο Απόστολος που είχε την τύχη ή την ατυχία να διδάξει στην Ινδία. Εκεί θεωρείται ότι έγινε κάτι αντίστροφο από το προγραμματισμένο… Ο Απόστολος Θωμάς προσέγγισε με τον τρόπο του μια φιλοσοφία που άγγιζε το πνεύμα και την ψυχή του, αλλά που εξοβελίστηκε από την επίσημη Εκκλησία για λόγους καθαρά πολιτικούς….

Και δεν είναι η μοναδική φορά που η πολιτική και οι ανάγκες της δόμησαν και καθόρισαν το Δόγμα. Οι διδασκαλίες του Ευάγριου, όπως και του Ωριγένη, καταδικάστηκαν μετά βδελυγμίας από την Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας το 553 μ.Χ. Το πολιτικό όργανο της εξουσίας των αυτοκρατόρων του Βυζαντίου δεν στάθηκε ικανό να καταπνίξει τις μεγάλες ομοιότητες ανάμεσα σ’ αυτές τις τόσο εμπεριστατωμένες φιλοσοφίες.

Από την Αίγυπτο στον Άθω. Κάποια στιγμή, ο χριστιανικός μοναχισμός άρχισε να ξεφεύγει από τα όρια της Αιγύπτου….. Όπως παλιότερα αναχωρούσαν όλοι από τις μεγάλες πόλεις του Βυζαντίου για να πάνε στη Νιρίγια, λίγους αιώνες αργότερα, οι τότε αναχωρητές βρήκαν ένα δυνατά ενεργειακό μέρος και πήγαιναν εκεί: στη χερσόνησο του Άθω. Εκεί χτίστηκαν από το 10ο αιώνα και μετά οι μονές του Αγίου Όρους. Αν πάλι όλα τα παραπάνω είναι απλές συμπτώσεις, μπορούμε να περάσουμε σε ένα άλλο πολύ πιο ενδιαφέρον κι ελπιδοφόρο συμπέρασμα. Ότι στο βάθος κάθε συστήματος, ανεξάρτητα από το δρόμο που θα ακολουθήσουμε, θα βρούμε ακριβώς το ίδιο πράγμα: την ανάγκη της αναζήτησης. Ο δρόμος από εκεί και πέρα έχει να κάνει με την ιδιοσυγκρασία μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου